Διάτρηση
Είναι αποδεκτό ότι διατρήσεις μπορεί να συμβούν με τη χρήση διασταλτών για τη διαστολή του τραχήλου, ή κατά την εισαγωγή του υστεροσκόπιου. Σπάνια χρειάζονται επακόλουθη θεραπεία, αλλά η ασθενής θα πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά για αρκετές ώρες. Η ταχυσφυγμία και η πτώση της πίεσης του αίματος συνήθως υποδηλώνει την έναρξη αιμορραγίας, στην οποία περίπτωση θα πρέπει να εκτελεστεί λαπαροσκόπηση, για την εκτίμηση της αιμορραγίας. Συνήθως η αιμορραγία μπορεί να σταματήσει με τη λαπαροσκοπική εσωτερική πήξη, τη διαθερμία ή με ραφές, αλλά ορισμένες φορές χρειάζεται να εκτελεστεί λαπαροτομή ή ακόμα και υστερεκτομή.
Τραυματισμοί από τα όργανα
Όσο πιο περίπλοκο είναι το όργανο, τόσο πιο ουσιαστικό είναι να γνωρίζει ο χειρουργός τις φυσικές του ιδιότητες. Τα ηλεκτρονικά όργανα έχουν αρκετά διαφορετικές φυσικές ιδιότητες σε σύγκριση με τα μηχανικά όργανά ή τα όργανα λέιζερ.
Εάν το όργανο ή η θερμότητα που παράγεται από το όργανο περάσει πέρα από το μυομήτριο, μπορεί να προκληθεί βλάβη στις γειτονικές εντερικές έλικες. Γι’ αυτόν τον λόγο εάν μια ασθενής παραπονεθεί για αυξημένο κοιλιακό πόνο μετά τη χειρουργική επέμβαση, θα πρέπει να εκτελεστεί λαπαροσκόπηση, για έλεγχο της βλάβης στα έντερα. Θα πρέπει να εισαχθεί πυελική παροχέτευση, και η ασθενείς θα πρέπει να παραμένει υπό προσεκτική παρακολούθηση για συμπτώματα περιτονίτιδας.
Ο μηχανικός τραυματισμός είναι περιορισμένος και συνήθως ανιχνεύεται εύκολα με λαπαροσκόπιο. Εάν η διάτρηση λάβει χώρα κατά τη διάρκεια της εισαγωγής του οργάνου, η επέμβαση θα πρέπει να διακοπεί αμέσως. Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να ενεργοποιείται λέιζερ ή ηλεκτρικό ρεύμα εάν υπάρχει υποψία διάτρησης. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο εάν δεν υπάρχει καθαρός οπτικός έλεγχος του χειρουργικού πεδίου και θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ο ιστός. Τα πιο σοβαρά ατυχήματα έχουν γίνει όταν τα όργανα βρέθηκαν χωρίς οπτική επίβλεψη, λόγω κακής διάτασης ή αιμορραγίας. Ο χειρούργος θα πρέπει να είναι βέβαιος ότι δεν υπάρχει σοβαρός αγγειακός τραυματισμός και αφαιρεί το υστεροσκόπιο μόνο μετά την αφαίρεση των επικουρικών οργάνων (Haning et al., 1980).
Μια πιθανή επιπλοκή είναι η υπερχείλιση του υγρού λόγω υπερβολικής απορρόφησης του μέσου διάτασης τη στιγμή της διάτρησης. Ο ρυθμός της απορρόφησης του υγρού αυξάνεται κατά 20 φορές. Μερικές φορές αναφέρονται συλλογές του μέσου διάτασης στο πλατύ σύνδεσμο, ειδικά μετά τις διατρήσεις τη στιγμή της εκτεταμένης συμφυσιόλυσης. Αυτές θα πρέπει να αφήνονται ως έχουν και θα εξαφανιστούν με τον χρόνο. Η λαπαροσκοπική παροχέτευση θα πρέπει να εκτελεσθεί μόνο εάν η ασθενής παραπονεθεί για πίεση στη λαγόνια κοιλότητα ή για επίμονο πυρετό.
Οι τραυματισμοί του εντέρου – κυρίως στο κόλον ή στο ορθό (και πολύ σπάνια στο λεπτό έντερο) – λόγω του ηλεκτρικού ρεύματος συχνά δεν είναι τόσο εμφανείς και απαιτούν μερικές φορές εμπειρία για την ανίχνευσή τους. Εάν η διάτρηση εκτελεστεί από έναν έμπειρο χειρουργό, το ρεύμα δεν θα ενεργοποιηθεί τη στιγμή της διάτρησης στις περισσότερες περιπτώσεις. Ο τραυματισμός επομένως θα είναι ένας θερμικός τραυματισμός και μερικές φορές θα χρειαστούν αρκετές ημέρες πριν τη διάτρηση του εντέρου και η ασθενής θα εμφανίσει σηπτική περιτονίτιδα. Γι’ αυτόν τον λόγο εάν υπάρχει υποψία διάτρησης, η ασθενής θα πρέπει να παραμένει υπό στενή παρακολούθηση στο νοσοκομείο για αρκετές ημέρες. Εάν το ρεύμα ενεργοποιηθεί κατά τη διάρκεια της διάτρησης, τα αποτελέσματα είναι πιο θεαματικά και απαιτούν άμεση παρέμβαση. Υπήρξαν αναφορές περιστατικών ζημιάς της αορτής, των εξω και εσω λαγόνιων αγγείων, και των μεσεντέριων και ιερών αγγείων σε αυτές τις περιπτώσεις. Η άμεση παρέμβαση με επείγουσα λαπαροτομία και κατά προτίμηση τη βοήθεια ενός αγγειακού χειρούργου απαιτείται για να σωθεί η ζωή και τα μέλη της ασθενούς.